- υποτιμητικός
- snide
Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary). 2015.
Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary). 2015.
κουρέλα — η 1. (ως υποτιμητικός χαρακτηρισμός προσώπου ή ομάδας προσώπων) εξευτελισμένος, ξεφτίλα 2. το υπερώριμο σύκο, η ισχάδα, η σκουμαΐδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κουρέλι + μεγεθ. κατάλ. α (πρβλ. κεφάλι: κεφάλ α)] … Dictionary of Greek
μιλέτι — το 1. (σύμφωνα με το Κοράνιο) η θρησκεία που κήρυξαν ο Αβραάμ και οι άλλοι παλαιότεροι προφήτες 2. (στα μεσαιωνικά ισλαμικά κράτη) χαρακτηρισμός ορισμένων μη μωαμεθανικών κοινοτήτων, κυρίως χριστιανών ή Εβραίων 3. (στην πολυεθνική Οθωμανική… … Dictionary of Greek
μπανανία — η ειρωνικός και υποτιμητικός χαρακτηρισμός υπερχρεωμένων και πολιτικά ασταθών χωρών, που υπόκεινται σε ξένη, συνήθως αμερικανική, εξάρτηση και γενικότερα τών κρατών τού τρίτου κόσμου που είναι τροφοδότες τών προηγμένων κρατών με πρώτες ύλες … Dictionary of Greek
κοινή γνώμη — Σύγχρονος όρος, που πέρασε από την κοινωνιολογική ορολογία στην καθημερινή χρήση, για να χαρακτηρίσει την ομαδική συμμετοχή μιας κοινότητας (έθνους, πόλης) στα διεθνή γεγονότα, στα μεγάλα συμβάντα της επικαιρότητας, στις μεταβολές των ηθών και… … Dictionary of Greek